Έρευνες
έδειξαν πως αυτή η τάση για υπερκατανάλωση σε περιόδους στρες
είναι εν μέρει μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού μας.
Το στρες επιδρά στο εγκέφαλο μας επηρεάζοντας τα χημικά του
εγκεφάλου και ορμόνες όπως κορτιζόλη και ινσουλίνη. Οι δύο
αυτές ορμόνες μπορούν να αυξήσουν την όρεξη και την επιθυμία
μας για γλυκά και παχυντικά φαγητά που φέρνουν σαν αποτέλεσμα
και αυτή την αύξηση κιλών. Ακόμα μια ορμόνη που αυξάνεται
από το χρόνιο στρες είναι η Neuropeptide Y, η οποία επηρεάζει
τον υποθάλαμο με αποτέλεσμα την αύξηση της όρεξης μας και
την μείωση του μεταβολισμού. Αυτή η ορμόνη διεγείρεται από
μια άλλη ορμόνη την ghrelin, η οποία είναι και αυτή γνωστή
ότι αυξάνει την όρεξη.
Η
ορμόνη ghrelin, παράγεται όταν το στομάχι είναι άδειο και
νοιώθουμε το αίσθημα της πείνας. Με την σειρά της η ορμόνη
αυτή στέλνει μήνυμα στο εγκέφαλο ότι οργανισμός χρειάζεται
φαγητό με το να διεγείρει ακόμα μια ορμόνη. Με άλλα λόγια
σε περιόδους στρες παρατηρείται ένας κύκλος ορμονών που η
μια επηρεάζει την άλλη.
Για
παράδειγμα, όταν υπάρχει στρες, ο οργανισμός απελευθερώνει
ινσουλίνη και κορτιζόλη. Αυτό έχει σαν συνέπεια την αύξηση
της πείνας και της επιθυμίας για γλυκά και παχυντικά φαγητά.
Με την κατανάλωση αυτών των φαγητών πολύ πιθανό να υπάρξει
αύξηση των κιλών και συνήθως αυτά τα κιλά θα τοποθετηθούν
κεντρικά ή γύρω από την μέση. Αυτή η κεντρική παχυσαρκία μπορεί
να προωθήσει περισσότερο την παραγωγή ινσουλίνης και λίπος
στο συκώτι. Αν αυτό συνεχιστεί, τότε μπορεί να προκαλέσει
και αντίσταση στην ινσουλίνη.
Η
αντίσταση στην ινσουλίνη είναι μια ομάδα από κινδύνους υγείας
που μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα για καρδιοπάθειες, χοληστερόλη,
τριγλυκερίδια, υπέρταση και διαβήτη.
|